ΟΜΙΛΙΑ ΚΩΣΤΑ ΣΚΑΝΔΑΛΙΔΗ ΣΤΗ 12η ΣΥΝΟΔΟ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΣΤΗΝ 12η ΣΥΝΟΔΟ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
Συντρόφισσες και σύντροφοι, εγώ θα ξεκινήσω κάπως διαφορετικά. Θα ξεκινήσω με δύο στίχους από το ημερολόγιο καταστρώματος β/ του Γιώργου Σεφέρη: «Δεν θέλω τίποτε άλλο, παρά να μιλήσω απλά, να μου δοθεί ετούτη η χάρη κι είναι καιρός να πούμε τα λιγοστά μας λόγια γιατί η ψυχή μας αύριο κάνει πανιά».
Όλοι όσοι εδώ μέσα ξεκινήσαμε για το μακρύ ταξίδι από την εποχή της δικτατορίας και ζούμε αυτές τις δραματικές μέρες και άλλοι από πολύ πριν, αναρωτιόμαστε που βρίσκεται η ψυχή του ΠΑΣΟΚ. Όχι η παλιά ή η νέα ψυχή του, αλλά η διαχρονική του ψυχή. Αυτή που ζει και θεριεύει κάθε φορά στη δίνη των εξελίξεων, αυτή που αλλάζει και ανανεώνει τον λόγο, αυτή που τροφοδοτεί με καινούριες ιδέες και δύναμη την πράξη, αυτή που διαμορφώνει εντέλει τη συλλογική συνείδηση προσφοράς στο λαό και στην πατρίδα.
Στην πρώτη Συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου μετά τις εκλογές ζήτησα από τα μέλη του να τοποθετηθούμε απευθείας για τα αίτια της ήττας εδώ, στο Εθνικό Συμβούλιο. Παρακολούθησα αυτές τις μέρες αυτή τη συζήτηση που γίνεται, γιατί δεν κατάφερε το Πολιτικό Συμβούλιο να συζητήσει τα αίτια της ήττας. Γιατί το όργανο δεν νομιμοποιείται και δεν μπορεί να οδηγηθεί σε τέτοια συμπεράσματα, επειδή δεν επιτέλεσε σχεδόν σε καμιά στιγμή τον ρόλο του.
Η κρίση στο ΠΑΣΟΚ απεικονίζεται ανάγλυφα στη δομική ανεπάρκεια αυτού του οργάνου, είναι πρώτα και κύρια κρίση του συλλογικού υποκειμένου. Οι δραματικές μέρες που ακολούθησαν από το βράδυ των εκλογών και η σπουδή που έδειξαν οι πρωταγωνιστές του, μετέφερε ξανά στα εσωκομματικά χαρακώματα την κρίση και μάλιστα με τρόπο που έπαιρνε τη μορφή πολέμου.
Εγώ το πρώτο μήνυμα που έβγαλα από τις εκλογές είναι ότι τέλειωσε οριστικά η σκιαμαχία του παλιού με το καινούριο, που συχνά προσωποποιούσε αυθαίρετα τις ιδέες, απένειμε αβασάνιστα ταμπέλες, συσκότιζε τις πραγματικές πρακτικές, κινούμενη συνήθως στην επιφάνεια των πραγμάτων.
Σήμερα, μετά απ/ αυτή την ήττα, όλα ξεκινούν από μηδενική βάση. Ο καθένας έρχεται στην κρίσιμη στιγμή στα πραγματικά του μέτρα, καθώς ο λαός και μέσα στην κρίση και την ήττα μίλησε με την ψήφο του για το τι θεωρεί παλιό και τι καινούριο. Και επιπλέον πρέπει να τιμήσουμε πραγματικά, το είπε και ο Πρόεδρος και ο Βαγγέλης, να τιμήσουμε πραγματικά αυτούς που μας ψήφισαν σε αυτήν την δύσκολη μάχη που περάσαμε.
Συντρόφισσες και σύντροφοι, εγώ με βάση το σφυγμό της εποχής και αυτά που διαβάζω θέλω να πω μια άλλη θεωρία για το γιατί χάσαμε. Θέλω να είμαστε λίγο πιο ακριβοδίκαιοι, θέλω να δώσουμε μια ιστορική διάσταση, να αποκτήσει ιστορική διάσταση η κριτική.
Ξέρετε, όπως έζησα την περίοδο του /96, σε αυτή την πορεία προς την εκλογή του νέου Προέδρου προς το συνέδριό μας και λοιπά, αν θέλουμε να είναι αναγεννητικές οι διαδικασίες πρέπει να επιστρατεύουμε τα ιστορικά στοιχεία της διαδρομής μας κι όχι τα εφήμερα ή τα ευκαιριακά. Γιατί πιστεύω ότι αυτή είναι η βάση της αυριανής ενότητας, σύνθεσης και υπέρβασης και όχι η υποκειμενική στάση του καθένα μας που έχει ιδιαίτερα βγαίνοντας από τον φόρτο των εκλογών.
Χάσαμε εμείς, δεν κέρδισε η Νέα Δημοκρατία. Ή ήττα ήταν πολλαπλή. Ήταν ιδεολογική, εδώ και καιρό έχουμε χάσει την ηγεμονία των ιδεών μας. Ήτανε πολιτική, γιατί δεν οδηγήσαμε εμείς σε εξελίξεις πολλές φορές δίνοντας βήμα μετέωρο. Ήταν προγραμματική, γιατί οι θέσεις μας άφηναν ερωτηματικά. Ήταν και οργανωτική, γιατί για μια ακόμα φορά εμφανίσαμε την εικόνα ενός ασύνταχτου στρατεύματος χωρίς έμπνευση, χωρίς ορμή, χωρίς ηθικό και κυρίως χωρίς συλλογική υπόσταση.
Χάσαμε, γιατί η εναλλακτική μας πρόταση στο σύνολό της δεν έπεισε τους πολίτες και αυτό στηρίζεται σε τρεις πολύ συγκεκριμένες πλευρές της κριτικής που πρέπει να ασκηθεί. Ξοδέψαμε απερίσκεπτα το παρελθόν μας και την περιουσία που μας άφησε. Δεν ανατρέψαμε στην πράξη όσα ο λαός αποδοκίμασε με την ψήφο του το 2004 και με βάση αυτά τα δύο δε σχεδιάσαμε πειστικά το μέλλον μας στα χρόνια που ακολούθησαν. Τόσο απλά, τρέξαμε να προλάβουμε την εποχή μας και δεν τα καταφέραμε αυτήν την περίοδο.
Δεν μπορούμε και δεν μας επιτρέπεται να υψώσουμε ξανά τα τείχη του /96. Η ιστορία έντεκα χρόνια μετά μόνο ως φάρσα επαναλαμβάνεται. Και είναι κρίμα, γιατί πολλές φορές πρόσωπα και πράγματα αυτών των ημερών δείχνουν και συμβολίζουν αυτή την ανιστόρητη επιστροφή και πολλές φορές επαναλαμβάνω μέσα από αντεστραμμένους ρόλους. Η φάρσα μπορεί να πάρει και τη μορφή καρικατούρας κι αυτό είναι ο κίνδυνος για το ΠΑΣΟΚ, όχι η διάσπασή του.
Ξοδέψαμε απερίσκεπτα το παρελθόν μας. Απόπειρα μηδενισμού μιας εποχής που η χώρα έκανε θεαματικά βήματα προόδου. Αποδοχή ουσιαστικά της στρατηγικής της Νέας Δημοκρατίας που πετούσε συνεχώς την πέτρα πίσω στο παρελθόν το δικό μας. Είχαμε μία στάση όπου τους μεγάλους εθνικούς μας στόχους υποβαθμίσαμε που πετύχαμε σε ολόκληρη την προηγούμενη περίοδο.
Από την άλλη μεριά όμως, δεν ανατρέψαμε στην πράξη όσα ο λαός αποδοκίμασε το 2004, το μοντέλο διαχείρισης της εξουσίας που άγγιζε τα όριά του στο τέλος της δεύτερης τετραετίας του 2000-2004, την αφυδάτωση κάθε μεταρρυθμιστικής πνοής, το κόμμα που αντί να ανανεωθεί τότε και να στραφεί στην κοινωνία πέρασε οριστικά στο περιθώριο με κίνδυνο να γίνει βαρίδι της ιστορίας; Τη συνεχιζόμενη και μετά την ΟΝΕ διαχειριστική πολιτική, που άφηνε πίσω της τα λαϊκά στρώματα;
Δεν ανατρέψαμε στην πράξη όσα ο λαός αποδοκίμασε το 2004 με την ψήφο του και δεν σχεδιάσαμε ποιοτικά το μέλλον μας, γιατί δεν απαντήσαμε στο ερώτημα «μετά την ΟΝΕ τι;», γιατί είπαμε ναι στην πραγματική σύγκλιση, αλλά χωρίς υπέρβαση της διαχειριστικής λογικής. Γιατί είπαμε ναι στη θεσμική ανασυγκρότηση της δημοκρατίας, αλλά πώς; Γιατί είπαμε -μιλάω για το 2000-2004- νέο μοντέλο ανάπτυξης, αλλά ποιο; Γιατί είπαμε στροφή στο κοινωνικό κράτος, αλλά με ποιες διαδικασίες και με ποια συμμετοχή;
Το 2004 εξαιτίας αυτών ήρθε νομοτελειακά. Αλλά και μετά, σε τι από αυτά απαντήσαμε πειστικά; Η διάγνωση του 2004 ήταν σωστή και ο Γιώργος Παπανδρέου την έφερε και την είπε σωστά. Πρώτα αλλάζουμε και ανανεώνουμε το ΠΑΣΟΚ για να μπορεί να απαντήσει πειστικά στην ανάγκη μιας νέας στρατηγικής. Διαμορφώνουμε μαζί με το λαό ως κόμμα κοινωνίας και όχι ως κόμμα εξουσίας την εναλλακτική πρόταση για να οδεύσουμε στη νίκη τις επόμενες εκλογές. Η πράξη όμως αποδείχτηκε λειψή και ατελέσφορη.
Αυτό το ΠΑΣΟΚ που έδωσε τη μάχη των εκλογών, πόσο ανταποκρίθηκε στις ανάγκες που επέβαλε η διάγνωση του 2004; Η απάντηση στο ερώτημα δυστυχώς δεν αντέχει σε κριτική.
Βγήκε τώρα τελευταία και η περίφημη θεωρία της δεξιάς παρένθεσης, από παλιά είχε βγει, για το αν βιαστήκαμε ή δεν βιαστήκαμε. Δεν είχε για μένα και το είπα κάποια στιγμή στον Πρόεδρο του Κινήματος, τόση σημασία η νίκη ή η ήττα σ’ αυτές τις εκλογές. Σημασία έχει πώς το ΠΑΣΟΚ δίνει τη μάχη και πως χάνει. Και ο τρόπος που χάσαμε δυστυχώς ήταν καταλυτικός.
Και θα ρωτήσετε πολύ δικαιολογημένα «και εσύ τι έκανες, ποια είναι η δική σου ευθύνη;» Είμαι υποχρεωμένος να απολογηθώ στο όργανο που με εξέλεξε στο Πολιτικό Συμβούλιο. Αποδέχτηκα για λόγους ηθικής και πολιτικής τάξης και επειδή ο Γιώργος Παπανδρέου ανέλαβε στην χειρότερη δυνατή στιγμή, κληρονομώντας όχι με τον καλύτερο τρόπο το δαχτυλίδι μαζί με την ήττα, να οδηγήσει με το δικό του όραμα και το δικό του αυξημένο μερίδιο ευθύνης το ΠΑΣΟΚ μέχρι τις εκλογές και τη νίκη.
Έκανα ό,τι μπορούσα γι’ αυτήν όλη την εποχή. Έθεσα τον εαυτό μου στην υπηρεσία της παράταξης όπως πάντα. Γύρισα την Ελλάδα πάνω από 3 φορές μιλώντας παντού για το ΠΑΣΟΚ της νέας εποχής και της νίκης, συστηματικά. Απέναντι στον Πρόεδρο δεν έμεινα ποτέ σιωπηλός. Αμέσως μετά το 2004 και τις εκλογές του πρότεινα κάνουμε έκτακτο συνέδριο, να βγάλουμε με την παλιά δομή ένα συλλογικό όργανο για να αποκεντρώσουμε τις ευθύνες ενόψει της ήττας των Ευρωεκλογών που φαινόταν και ήταν νομοτελειακή.
Πριν το συνέδριο που κάναμε για το σημερινό μας καταστατικό, πρότεινα άλλη δομή ηγεσίας εκλεγμένη από αυτό για να έχει ευρεία νομιμοποίηση. Αργότερα, στο Πολιτικό Συμβούλιο ζήτησα τη συλλογική αξιοποίηση των στελεχών για να φύγουμε από την τριτοκοσμική αντίληψη του φύγε εσύ έλα εσύ. Στο Λαύριο πρότεινα στο Πολιτικό Συμβούλιο να βγει η ομάδα στο γήπεδο, να πάμε όλοι μαζί στις εκλογές, να αντιμετωπίσουμε όλοι μαζί τη Νέα Δημοκρατία, να διώξουμε το σαράκι του αυτοπροσδιορισμού της ανασφάλειας και της προσωπικής επιδίωξης.
Αργότερα ζήτησα την έγκαιρη συγκρότηση των ψηφοδελτίων από τα τελευταία Χριστούγεννα αφού ζητούσαμε εκλογές, για να προετοιμαστεί η παράταξη στις σίγουρες έκτακτες εκλογές, πρόωρες εκλογές που θα έκανε ο Καραμανλής.
Και λίγο πριν το Πάσχα εισηγήθηκα γραπτά την ομάδα που έκανε ο Νίκος Αθανασάκης στην εκλογική στρατηγική.
Είναι αλήθεια ότι αυτές οι προτάσεις βγαίνουν από την αγωνία μου για την πορεία. Δεν εισακούστηκα πάντα, αλλά και δεν αντιπολιτεύτηκα. ούτε μεμψιμοιρούσα και ας ένιωθα όπως λέει και το τραγούδι ότι «δεν έχω ήχο».
Κάποιος θα πει «και γιατί δεν σήκωσες μπαϊράκι;» Δεν το εκτίμησα, δεν το έπραξα, ευθύνομαι γι’ αυτό, υπήρξε όμως η επιλογή μου, επιλογή που αφορούσε την παράταξη, το παρόν και το μέλλον.
Θα ρωτούσε κάποιος: «και τώρα;» Quo Vadis για να έρθω σε ένα έργο γνωστό. Προς τα πού που αρμενίζουμε;
Την επομένη των εκλογών ζήτησα να βάλουμε την πολιτική πριν από τα πρόσωπα και να μη πάμε σε λευκές επιταγές. Και χαίρομαι που και ο Πρόεδρος πρώτα από όλα και ο Βαγγέλης ο Βενιζέλος αρνούνται τις λευκές επιταγές.
Παρακολουθώ αυτές τις μέρες τις διακηρύξεις, τις ιδεολογικοπολιτικές πλατφόρμες. Δύσκολα διαφωνείς μαζί τους. Και σήμερα ο Πρόεδρος εμφάνισε μια πραγματικά ριζοσπαστική πλατφόρμα, να το πω με την παραδοσιακή ορολογία, ο Βαγγέλης έφτιαξε τις προτάσεις του, ο Μιχάλης ο Χρυσοχοϊδης σε ένα κείμενο πολύ αξιόλογο, η Μαρία η Δαμανάκη και άλλα στελέχη αρχίζουν να διατυπώνουν τις απόψεις τους.
Παρακολουθώ τη συζήτηση περί στροφής αριστερά ή δεξιά. Ξεχνώντας συχνά να προσδιορίσουμε στις σημερινές συνθήκες τι είναι επιτέλους πια αυτό το αριστερό και το δεξιό για να έχουμε μια κοινή γλώσσα βρε αδελφέ, να συνθέσουμε τις αντιθέσεις που αναπαράγονται από το ’96 ακριβώς με τον ίδιο τρόπο στις ίδιες διαχωριστικές γραμμές.
Παρακολουθώ τον αγώνα και την αγωνία να οριοθετηθούν ρεύματα, πολιτικές, διαφωνίες προγραμματικού χαρακτήρα για να επικυρωθούν απόψεις, τάσεις, γραμμές. Θα έλεγα ότι όλα σχεδόν είναι μέσα στο ίδιο ύφασμα.
Όλα μπορεί να τα κάνει η Ελλάδα και το προοδευτικό κίνημα και όλα μπορώ να τα συνυπογράψω αυτό όμως δεν είναι η σημερινή μας επιδίωξη. Τίποτα δεν μπορεί να κάνει χωρίς το αναγεννημένο ΠΑΣΟΚ. Αυτό πρέπει να είναι η σημερινή μας συζήτηση.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου έλεγε συχνά αλλάζουμε το ΠΑΣΟΚ για να αλλάξουμε την Ελλάδα γιατί το ΠΑΣΟΚ έχει και παρελθόν και παρόν και μέλλον.
Πρώτα απ’ όλα να αλλάξουμε το ΠΑΣΟΚ. Να βγούμε από τις στάχτες μας. Να ξαναβρούμε τη χαμένη μας ταυτότητα. Να διαμορφώσουμε μαζί με την κοινωνία ένα σύγχρονο ριζοσπαστικό σχέδιο για την αριστερά.
Υπάρχει μια προϋπόθεση. Από την εποχή της διαχείρισης και της ρητορικής επαγγελίας να πάμε σε μια εποχή πραγματικών ανατροπών στις εξουσιαστικές σχέσεις που καθηλώνουν διασπούν και εκφυλίζουν το κίνημα.
Γι’ αυτό υπάρχει μια αλληλουχία βημάτων. Το πρώτο βήμα είναι να μετατρέψουμε εδώ και τώρα το ΠΑΣΟΚ σε μια ανοιχτή πολιτική κοινότητα. Το δεύτερο βήμα να απευθυνθούμε παράλληλα στις κοινωνικές δυνάμεις που μπορούν να σηκώσουν το βάρος και να ενεργοποιήσουν τη δυναμική του νέου εγχειρήματος. Και το τρίτο βήμα να διαμορφώσουμε μαζί τους ένα σχέδιο ριζοσπαστικών και δημοκρατικών αλλαγών για τη χώρα και να συγκροτήσουμε την εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης με φορέα πια και θα το εξηγήσω πια μια πραγματικά κυβερνώσα αριστερά.
Είναι ο δρόμος της δημοκρατικής ανατροπής αυτός που θεωρητικά ίσως τον περιγράψαμε ή τον προσεγγίσαμε με την πρακτική μας όμως τον απορρίψαμε. Γι’ αυτό χρειάζονται εδώ και τώρα δεσμεύσεις και αυτό είναι το νόημα της μη εκχώρησης της λευκής επιταγής.
Συντρόφισσες και σύντροφοι, η δημοκρατία μετά τη μεταπολιτευτική άνοιξη του τόπου και τις μεγάλες κατακτήσεις των δεκαετιών του ’80 και του ’90 κάθε μέρα που περνάει γίνεται πιο ολιγαρχική και ατελέσφορη.
Παρακολουθώ αυτή τη συζήτηση για τα συμφέροντα και τις εξαρτήσεις. Θέτει κανόνες που δεν τους εγγυάται γιατί είναι πιο βαθιά η κρίση της δημοκρατίας από αυτή την ανάλυση.
Ψηφίζει νόμους που δεν τους εφαρμόζει. Οικοδομεί θεσμούς που τους αφήνει ανολοκλήρωτους. Επαγγέλλεται μεταρρυθμίσεις καταφανώς ψευδεπίγραφες. Εγκλωβίζεται σε τοπικισμούς που παραλύουν κάθε δυνατότητα απόφασης. Και πάνω απ’ όλα μοιράζει ολοένα και πιο άνισα και πιο επιλεκτικά τον πλούτο που παράγει ο τόπος.
Αυτοκριτική; Το μοντέλο το οδήγησε στον ακραίο του ευτελισμό και παρακμή η Κυβέρνηση του κ. Καραμανλή. Αυτοκριτική; Προφανώς τις ρίζες τους τις κληρονομήσαμε στην ύστερη διακυβέρνησή μας.
Ο πολίτης νιώθει ολοένα και περισσότερο ως μοναχικός ιδιώτης αντιμετωπίζοντας το κράτος των συμφερόντων που κυριαρχεί μαζί με τους γραφειοκράτες και τους διαμεσολαβητές που το στηρίζουν.
Νιώθει έρμαιο σε μια ασύδοτη αγορά αιχμάλωτος σε μια οικονομία με πήλινα πόδια ανασφαλής σε μια χώρα φθηνής εργασίας και ακριβής διαβίωσης. Σε μια κοινωνία που καταναλώνει περισσότερα απ’ όσα παράγει.
Νιώθει ο πολίτης κάθε στιγμή την άδικη κατανομή των βαρών. Όταν πληρώνει υπέρογκους φόρους και δυσβάσταχτα τέλη χωρίς ουσιαστική ανταπόδοση. Όταν του μιλούν και μιλάμε για μας για δημόσια δωρεάν παιδεία και υγεία ενώ η εκπαίδευση και η περίθαλψη του στοιχίζουν πανάκριβα.
Νιώθει μοναχικός όταν οι συντεταγμένες εξουσίες της πολιτείας η δημόσια διοίκηση η δικαιοσύνη η αστυνομία ακόμα και η εκκλησία που υπάρχουν για να τον υπηρετούν τον εκμεταλλεύονται μέσα από το κράτος των γραφειοκρατών των δικαστών των αστυνόμων.
Και νιώθει ακόμα πιο μοναχικός όταν οι αντιπροσωπευτικοί του θεσμοί τα βάθρα της δημοκρατίας η Βουλή η αυτοδιοίκηση το συνδικάτο που οφείλουν κάθε στιγμή να τον εκπροσωπούν μετατρέπονται σε νέο κατεστημένο. Στο κατεστημένο των βουλευτών των δημάρχων των νομαρχών και των συνδικαλιστών.
Ακόμα και τα κόμματα και οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που τόσο υποστηρίζουμε γιατί γεννήθηκαν να εκφράσουν την άμεση δημοκρατία ενσωματώνονται και επαγγελματοποιούνται στις παντοδύναμες εξουσιαστικές σχέσεις.
Συντρόφισσες και σύντροφοι μια ολιγαρχική δημοκρατία με πολίτες που μετατρέπονται σε μοναχικούς ιδιώτες δεν είναι αυτό που ονειρευτήκαμε όταν στις 3 Σεπτέμβρη του ’74 μαζί με τον Ανδρέα ξεκινούσαμε μια μακριά πορεία προς τα εμπρός.
Δεν ονειρευτήκαμε τον ορίζοντα της φιλοδοξίας μας να περιορίζεται στο μικρό μας εγώ και σπάνια να ξεπερνάει την ατομική μας επιδίωξη. Ούτε τα πρότυπα που εκπέμπουμε ως πολιτική ή πολιτικοί, με όμικρον γιώτα ή ήτα, στην κοινωνία ονειρευτήκαμε να αναπαράγονται με τόσο μίζερο και φτωχό τρόπο στα όνειρα και τις επιδιώξεις των ανθρώπων και ιδίως της νέας γενιάς που πάντα στην αλλαγή των εποχών όταν επρόκειτο για προοδευτικές εποχές αποτελούσε ουσιαστικά την εμπροσθοφυλακή της ιστορίας.
Στην αλληλουχία των εποχών η δημοκρατική μας παράταξη συνδέθηκα πάντα με τα μεγάλα προοδευτικά βήματα της χώρας. Από το πρώτο σύνταγμα του νεοσύστατου νεοελληνικού κράτους ως τον εκσυγχρονισμό του τέλους του 19ου αιώνα.
Από την αγροτική μεταρρύθμιση και τον αστικό εκσυγχρονισμό του μεσοπόλεμου ως την εθνική αντίσταση. Από τον εκδημοκρατισμό και την κατάργηση του κράτους της δεξιάς τη δωρεάν παιδεία και την αγροτική σύνταξη ως τον αντιδιχτατορικό αγώνα.
Από την εθνική συμφιλίωση το κράτος πρόνοιας την ισονομία και την ισοπολιτεία ως την είσοδο στην ΟΝΕ τα μεγάλα έργα και τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Κληρονόμοι του πολιτικού φιλελευθερισμού της μεγάλης δημοκρατικής παράταξης και του σοσιαλιστικού προτάγματος δώσαμε σχήμα και περιεχόμενο στους πατριωτικούς δημοκρατικούς και κοινωνικούς αγώνες.
Και φέραμε την Ελλάδα από μια περιθωριακή και εξαρτημένη βαλκανική χώρα να γίνεται μια σύγχρονη ευρωπαϊκή δύναμη με κύρος και φωνή. Η δημοκρατία μας απόχτησε βάθος και εύρος. Η κοινωνική μας οργάνωση εξελίχθηκε μέσα από σημαντικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Όμως ο ιστορικός κύκλος που έκλεισε με το τέλος εποχής το οριστικό τέλος εποχής που έφεραν αυτές οι εκλογές ενώ μας κάνει υπερήφανους για τη διαδρομή και τη συνεισφορά μας, μας κάνει πολύ σκεπτικού γιατί αφήσαμε τα πράγματα να έρθουν ως εδώ. Δηλαδή να μην απαντήσουμε σε αυτά που είπα προηγούμενα.
Το 1974 ο Ανδρέας Παπανδρέου έλεγε ότι ο αγώνας για την εθνική ανεξαρτησία είναι προϋπόθεση για τη λαϊκή κυριαρχία και την κοινωνική απελευθέρωση. Και φέραμε τη χώρα ως εδώ αφού μετατρέψαμε μέσα από τη στρατηγική της εθνικής λαϊκής ενότητας την κοινωνική δύναμη των μη προνομιούχων σε πολιτική δύναμη κοινωνικής αλλαγής στη δεκαετία του ’80 και μετέπειτα εκσυγχρονισμού της χώρας στη δεκαετία του ’90.
Εκείνος ο ιστορικός κύκλος ήταν φανερό η μεταπολίτευση δηλαδή ότι ήταν υπόθεση κάθε πατριώτη και δημοκράτη. Κάθε πολιτικού φορέα που είχε πρωτάξει τα εθνικά και πανδημοκρατικά αιτήματα.
Σήμερα ο πατριωτισμός αλλάζει περιεχόμενο. Η Ελλάδα που παράγει πλούτο που προχωρά βήμα με βήμα την πραγματική σύγκλιση στον ευρωπαϊκό χώρο που αναβαθμίζει συνεχώς το ανθρώπινο δυναμικό της και προστατεύει τους ανθρώπινους φυσικούς περιβαλλοντικούς και οικολογικούς της πόρους και αξιοποιεί κάθε συγκριτικό της πλεονέκτημα είναι ο μόνος δρόμος επιβίωσης και ανάπτυξης του ελληνισμού στον κόσμο των ανοιχτών συνόρων.
Πατριώτης είναι όποιος συμβάλλει σε αυτά. Και παράλληλα μια ισχυρή Ελλάδα που συμμετέχει ενεργά και δυναμικά παντού και ιδιαίτερα στους στρατηγικούς διακανονισμούς που έπονται και επιχειρούνται στην Ευρώπη τη Βαλκανική και τη Μέση Ανατολή.
Σήμερα η κοινωνική αλλαγή προϋποθέτει ένα ολοκληρωμένο κοινωνικό κράτος. Που δεν τρέφεται από τα περισσεύματα του προϋπολογισμού. Ένα κοινωνικό κράτος που ανατροφοδοτεί την ανάπτυξη και διασφαλίζει δομικά και όχι με πολιτικές παροχών τη δικαιότερη κατανομή του πλούτου για να είναι σίγουρες οι κατακτήσεις των εργαζομένων και η πορεία της αναδιανομής.
Σήμερα η δημοκρατία έρχεται στο επίκεντρο των εξελίξεων, σε όλο τον πλανήτη. Και στην ευρωπαϊκή οικογένεια στο επείγον ζητούμενο μιας νέας τάξης πραγμάτων προοδευτικής. Η ανασύνταξη της πολιτείας και η θεσμική συγκρότηση της δημοκρατίας είναι το κεντρικό σύνθημα της νέας εποχής και για τη χώρα μας. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι στο άνοιγμα του νέου ιστορικού κύκλου, ξεκινάμε με μια άλλη προτεραιότητα στο τρίπτυχο πατριώτες, δημοκράτες σοσιαλιστές.
Η ανασύνταξη της πολιτείας, η δημοκρατία είναι προϋπόθεση και για το νέο μοντέλο ανάπτυξης πατριωτισμός και για τη δικαιότερη κατανομή της ευημερίας που αφορά την κοινωνική αλλαγή. Είναι φανερό ότι οδηγούμενοι στην ολιγαρχική δημοκρατία εάν δεν ανατρέψει τις δομές της, ούτε ανάπτυξη προς τα μπρος μπορείς να κάνεις ούτε να αναβαθμίσεις τις θέσεις σου στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο ούτε να δώσεις τη δυνατότητα σε ένα κοινωνικό κράτος να υλοποιήσει αυτά που απαιτούνται.
Μόνο που αυτή είναι μια προοδευτική ανατροπή και αυτό που παλιά ήταν υπόθεση κάθε πατριώτη και δημοκράτη, δηλαδή όλων των δημοκρατικών και νομιμοποιημένων κομμάτων της μεταπολίτευσης, σήμερα είναι υπόθεση κάθε δημοκρατικού και προοδευτικού φορέα που έχει προτάξει τις ριζοσπαστικές αλλαγές που σήμερα απαιτούνται, γι/ αυτό μιλάω για κυβερνώσα αριστερά.
Έχουμε τρία πράγματα. Να κάνουμε το ΠΑΣΟΚ ανοιχτή πολιτική κοινότητα με βάση τα βήματα που περιέγραψα, να δώσουμε τη δυνατότητα σε μια κοινωνική αναφορά να συγκροτήσουμε τις δυνάμεις που μπορούν να ολοκληρώσουν αυτό το εγχείρημα και να μιλήσουμε επιτέλους καθαρά τι είναι αριστερό και δεξιό για την κυβερνώσα αριστερά.
Το κόμμα για να γίνει ανοιχτή πολιτική κοινότητα έχει δύο παράλληλους κλάδους. Πρέπει να είναι ένας σύγχρονος θεσμός και πρέπει να είναι παράλληλα ένα κίνημα βάσης, κίνημα ενεργών πολιτών. Συνυπάρχουν χωρίς στεγανά, συνδέονται χωρίς προαπαιτούμενα, συμβαδίζουν σε κοινούς στόχους.
Ποιος σύγχρονος θεσμός και ποιο κίνημα ενεργών πολιτών; Πότε τα συλλογικά όργανα τους δώσαμε τη δυνατότητα να πάρουν αποφάσεις, να διαμορφώσουν, να προχωρήσουν, να χαράξουν στρατηγικές, να συμμετέχουν ενεργά.
Κάναμε μια μεγάλη προσπάθεια για την ανανέωση που όλοι την αναγνωρίζουμε και εγώ θέλω να ρωτήσω ποιος νέος άνθρωπος κάτω από 30 χρόνων σήμερα που βγήκε μέσα από ένα κοινωνικό κίνημα, από μια αμφισβήτηση, από ένα χώρο, από ένα θεσμό, από μια αντίσταση σε όλα αυτά που συντελούνται σήμερα συμμετέχει στην ηγεσία του Κινήματος.
Ποιοι είναι οι κοινοί στόχοι; Ποια είναι όλα αυτά που δείχνουν ότι σήμερα φτάσαμε στο ευρωπαϊκό επίπεδο να λέμε ότι τα όργανα έχουν αυτονομηθεί από τις επιδιώξεις των προσώπων, συνθέτουν, κάνουν πολιτικές, παίρνουν αποφάσεις, προγραμματίζουν, υλοποιούν.
Και πρέπει να πω και μια δικαιολογία σοβαρή, ότι όταν φτάσαμε να τους αποδώσουμε την εξουσία, δεν υπήρχαν όργανα να την πάρουν. Δεν υπήρχαν όργανα που είχαν ξεμάθει να συζητάνε πολιτικά, που είχαν ξεμάθει να ασχολούνται με την πολιτική, που μαζεύονται μόνο για να ψηφίσουν αντιπροσώπους, εκπροσώπους και ανθρώπους σε θέσεις αν δεν διορίζονται αυτοί. Μόνο τότε μαζεύεται το ΠΑΣΟΚ εδώ και πολλά χρόνια, όχι μόνο τα τέσσερα τελευταία.
Αν θέλουμε από κόμμα εξουσίας να γίνουμε κόμμα κοινωνίας, υπάρχουν προαπαιτούμενα δημοκρατικά. Υπάρχει η απόλυτη παραδοχή των κανόνων του παιχνιδιού της εσωκομματικής δημοκρατίας. Όταν ένα κόμμα διαπραγματεύεται και συζητάει με την κοινωνία ένα μοντέλο διακυβέρνησης, όπου κάθε πολίτης έχει λόγο στην απόφαση, στη χάραξη της πολιτικής και στο να πάρει στα χέρια του τις τύχες της ζωής του, δεν μπορεί ένα κόμμα συγκεντρωτικό, δεν μπορεί ένα κόμμα αρχηγικό, δεν μπορεί ένα κόμμα που δεν έχει λύσει το πρόβλημα της εσωκομματικής δημοκρατίας να πείσει κανέναν να γίνει κοινωνική πλειοψηφία στο λαό. Γιατί αυτό είναι το «όλοι ίδιοι είμαστε».
Θα με πείτε παραδοσιακό γιατί δέχομαι ότι αν την κοινωνία που θέλεις να χτίσεις με βάση τις αρχές και τις αξίες που όλοι θέλουμε, δεν την εσωτερικεύσεις στο χώρο σου, δεν υπάρχει κανένας τρόπος να πείσεις πια σε μια κοινωνία στον αιώνα της επικοινωνίας και της πληροφορίας, όπου δεν μπορεί να συνεδριάσει κανένα όργανο χωρίς να βγουν όλοι έξω και να λένε τα πάντα και να ξέρουνε και διαλόγους πέρα από αυτούς που έχουμε κάνει. Αλλά το ερώτημα είναι το ΠΑΣΟΚ παιδιά, το ΠΑΣΟΚ.
Άρα εδώ έχουμε τη νέα συλλογικότητα που τη λέμε, τη δημοκρατία στο κόμμα και τη ζωντανή πολιτική διαδικασία, που όμως αγαπητοί μου σύντροφοι χρειάζεται αχθοφόρους και εδώ μιλάω σε αξιωματούχους, είμαστε όλοι αξιωματούχοι και εγώ μέσα σε αυτούς, χρειάζονται και αχθοφόροι να πάνε την πολιτική στη βάση. Χρειάζονται άνθρωποι που πιστεύουν ότι μπορεί να ξαναγεννηθεί και δεν το λένε μόνο στα λόγια οι πολιτικοί από τη βάση. Χρειάζονται άνθρωποι που όταν μιλούμε για συμμετοχική δημοκρατία όλοι μαζί και το παραδεχόμαστε το εννοούν ότι θέλουν συμμετοχική δημοκρατία όχι αποφάσεις που δεν αφορούν τους ίδιους μονάχα να πηγαίνουν στους άλλους ενώ αυτές που αφορούν τους ίδιους να παίρνονται από τους ίδιους.
Εγώ λέω χωρίς να έχει αυτό καμιά διάθεση ούτε κριτικής ούτε τίποτε, μιλάω θεωρητικά πάντα πολιτικά, πρακτικά ότι σήμερα το ΠΑΣΟΚ χρειάζεται ένα Πρόεδρο που να υπηρετεί την παράταση και όχι ένα κόμμα που να υπηρετεί τον Πρόεδρο.
Πιστεύω ότι χρειάζεται έναν Πρόεδρο πρώτο μεταξύ ίσων που αποδέχεται την παρουσία των στελεχών, που αποδέχεται να αυτονομηθεί η συλλογική ηγεσία με μονιμοποίηση από το Συνέδριο για να μπορεί αυτή να χαράζει πολιτική και να λειτουργεί μαζί με τον Πρόεδρο και χωρίς να παρεμβαίνει καθόλου στα καθήκοντά του.
Θέλω και οραματίζομαι ένα ΠΑΣΟΚ που η Χαριλάου Τρικούπη ξαναγεμίζει πολιτική συζήτηση γιατί μαζί με τον Πρόεδρο και τον Γραμματέα από κάτω είναι όλα τα μέλη του Πολιτικού Συμβουλίου ή του οποιουδήποτε εκτελεστικού οργάνου που συμμετέχουν κάθε πρωί, όπως κάποτε πίναμε τον καφέ μας και συζητούσαμε για τις εξελίξεις της ημέρας, χρειάζεται συμμετοχή της βάσης στις αποφάσεις, να είναι ανιδιοτελής και καταστατικά απολύτως κατοχυρωμένη χωρίς να υπάρχουν υποσημειώσεις που επιτρέπουν να γίνονται ψηφοδέλτια χωρίς τα συλλογικά όργανα, να γίνεται οτιδήποτε μέσα από Επιτροπές και χρειάζεται πάνω απ/ όλα και στην ηγεσία αλλά και σε όλη τη δομή του κόμματος να μπει καταστατικά η νέα γενιά αν θέλουμε να μιλάμε για ανανέωση, να μπει καταστατικά η νέα γενιά.
Δεν μπορεί το ΠΑΣΟΚ σήμερα να θέλει να κάνει αναγέννηση του λαϊκού κινήματος και του προοδευτικού κινήματος και η νεολαία να βρίσκεται έξω από τη σπονδυλική του στήλη. Με αυτό το κόμμα πρέπει να πάμε στην κοινωνική μας αναφορά, σε όλες τις κοινωνικές δυνάμεις που περιέγραψα προηγούμενα. Στη νέα γενιά, στους παραγωγούς και τους δημιουργούς, στις δυνάμεις εργασίας, στις δυνάμεις της οικολογίας, στις δυνάμεις της φτώχειας και του περιθωρίου, στις δυνάμεις της διανόησης, του πολιτισμού, της επιστήμης, της τέχνης.
Με δίκτυα πολιτών ναι, με δίκτυα πολιτών αλλά με δομή και συγκρότηση. Με δίκτυα πολιτών ναι και με αποκέντρωση της κομματικής εξουσίας, με όργανα όμως που είναι υποχρεωμένα και έχουν την ευθύνη να αποφασίζουν και να αυτενεργούν. Με πρόσωπα που υπόκεινται σε συλλογική αξιολόγηση και λογοδοσία.
Είναι πολύ ωραίες αυτές οι ιδέες που προς τιμήν του ο Πρόεδρος έφερε το 2004 σαν μια πραγματικά καινούρια και την πιστεύω αυτή πολύ, αυτή την άποψη, μόνο που πρέπει να αποκτήσει συλλογικά χαρακτηριστικά.
Πρέπει να γίνεται μέσα από διαδικασίες που σφυρηλατούν την ενότητα της παράταξης. Δεν φοβάμαι εγώ την ενότητα της παράταξης, ποτέ δεν τη φοβήθηκα, γιατί πιστεύω ότι η βάση ευτυχώς είναι ενωμένη τόσο πολύ που δεν θα επιτρέψει σε κανέναν να τη διασπάσει. Αλλά πρέπει η ενότητα να σφυρηλατηθεί στην πολιτική, στη δράση, στην πράξη, όχι στα λόγια.
Και τέλος, πρέπει να μιλήσουμε για την κυβερνώσα αριστερά με άλλο τρόπο, με άλλο λόγο. Είναι προοδευτικό να λέμε -και σωστά, και το υποστηρίζουμε όλοι- να αυξήσουμε τις δαπάνες για την υγεία και την παιδεία. Πολύ προοδευτικό και είναι απέναντι στη συντηρητική διακυβέρνηση.
Θα ήταν ακόμα πιο προοδευτικό εάν κάποτε μετρούσαμε την κοινωνική ανταποδοτικότητα των δαπανών που κάνουμε για την υγεία και την παιδεία. Πώς δηλαδή η δημόσια παιδεία χρηματοδοτεί κυριολεκτικά την παραπαιδεία και πώς για παράδειγμα η δημόσια υγεία χρηματοδοτεί όλη την παραοικονομία της υγείας;
Είναι θετικό να λέμε αν θέλετε για το διαχωρισμό, σωστά, και τους νέους κανόνες ανάπτυξης στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα. Θα διαχωρίσουμε το επίπεδο των κριτηρίων, που κάποιος που παίρνει τα χρήματα του δημοσίου, του λαού δηλαδή, έχει συγκεκριμένες υποχρεώσεις πολύ μεγαλύτερες, που δεν του δίνεται καμιά ευκαιρία να παρεμβαίνει στα παραθυράκια του κράτους και να πηγαίνει να ικανοποιεί την κερδοφορία του φτωχαίνοντας την επιχείρηση, θα είναι διαφορετικές οι υποχρεώσεις του από κάποιου που μόνο με την περιουσία του και τον εαυτό του κατάφερε να κάνει μια επιχείρηση ο άνθρωπος για να προκόψει;
Έχουμε τη δυνατότητα να μιλήσουμε για το αριστερά – δεξιά, σε ό,τι αφορά αυτή τη φορολογική επανάσταση που λέει ο Πρόεδρος, το δίκαιο φορολογικό σύστημα; Έχουμε τη δυνατότητα να πάμε σε μια εποχή όπου αυτό το σύστημα θα είναι μοχλός ανακατανομής του πλούτου; Όχι μόνο σε επίπεδο αποφάσεων, αλλά σε επίπεδο εφαρμογής κανόνων για τη δημοκρατία στην αγορά.
Τι να το κάνω εγώ που κι εμείς ως προοδευτικοί και αυτοί που είναι σήμερα στην κυβέρνηση ως συντηρητικοί αφήσαμε να μπορεί να μπαίνει και να προσωποκρατείται για λίγα ευρώ ένας πολίτης, όταν κάποια μεγάλα συμφέροντα χρωστούν δισεκατομμύρια και δεν παθαίνουν τίποτα απολύτως μέσα σε αυτή τη δημοκρατία που εμείς είμαστε αριστεροί και οι άλλοι είναι δεξιοί.
Πρέπει λοιπόν να πάψουμε να είμαστε καθεστωτικοί. Και να πάψουμε να είμαστε καθεστωτικοί στο κόμμα μας. Να ανοίξουμε αυτό το διάλογο, και καθένας από μας έχει προτάσεις πολλές να συνεισφέρει, να δώσει, να συμβάλει, να πάμε σε μια άλλη στρατηγική. Να ανατρέψουμε το πολιτικό σύστημα αυτό που είναι σήμερα.
Είναι αμαρτία να μιλάμε για τον εκλογικό νόμο μονάχα πόσο μας ωφελεί και πόσο μας βλάπτει, αντί να ξεκινάμε από το ότι η διή μας κοινοβουλευτική ομάδα δεν επέτρεψε τον Βουλευτή Περιφέρειας, δεν επέτρεψε το σπάσιμο στις ολιγοεδρικές Περιφέρειες, δεν επέτρεψε τη δυνατότητα της διπλής κάλπης δεν επέτρεψε τη δημοκρατία να μπει από τα παράθυρα και τις πόρτες μέσα στο Κοινοβούλιο.
Να πάμε πιο πέρα από αυτή την πρόταση. Να πάμε πιο πέρα από αυτό που λέμε, γιατί το πιο κρίσιμο είναι πώς θα γίνουν οι λιγότερες Περιφέρειες, πώς θα γίνει η ανακατανομή του πλούτου, ποια δομή θα έχει ο προϋπολογισμός, τι ανατρέπεται τελικά στη διαχείριση και τον έλεγχο του δημοσίου χρήματος.
Αυτά είναι τα θέματα σύντροφοι και συντρόφισσες που αφορούν την κυβερνώσα αριστερά. Και η κυβερνώσα αριστερά τότε μπορεί να απευθυνθεί αξιόπιστα σε άλλες προοδευτικές δυνάμεις και να τους πει ότι το ΠΑΣΟΚ όχι μόνο δεν διασπάται, όπως λέει ο Αλαβάνος, και παίρνει κομμάτι, συνιστώσα λέει, προοδευτική συνιστώσα, σοσιαλιστική συνιστώσα έλεγε στη Βουλή προχθές στις προγραμματικές δηλώσεις, η προοδευτική συνιστώσα, λέει, θα έρθει πιο κοντά μας, η σοσιαλιστική.
Αυτά δεν είναι σοβαρά πράγματα. Αυτά είναι εισοδισμοί και διάφορα άλλα, που τα κάναμε κι εμείς κατά καιρούς. Η ουσία είναι άλλη. Να ανοίξουμε εμείς το διάλογο για μια δημοκρατική ανατροπή που θα διαμορφώσει το ριζοσπαστικό σχέδιο αλλαγών που έχει ανάγκη η κοινωνία.
Συντρόφισσες και σύντροφοι, έθεσα υποψηφιότητα για το αξίωμα του Προέδρου του Κινήματος, με στόχο ό,τι έκανα σε όλη μου τη διαδρομή. Να ενώσω αντί να διασπάσω, να συνθέσω αντί να διχάσω, να δώσουμε μαζί προοπτική αντί να αναπαράξουμε τον εαυτό της ήττας μας.
Έθεσα υποψηφιότητα, και σας παρακαλώ πολύ, επειδή ακούω παρά πολλά πράγματα αυτές τις μέρες, δεν είμαι ούτε συμπληρωματικός σε κανένα, ούτε παραπληρωματικός στη διαδικασία της εκλογής. Θέλω να εκφράσω το ΠΑΣΟΚ της ενότητας, το ΠΑΣΟΚ της ανατροπής, το ΠΑΣΟΚ της νίκης.
Έρχομαι ενώπιόν σας γιατί έχω όραμα για το Κίνημα, πάντα είχα. Γιατί γεννήθηκα και μεγάλωσα πολιτικά εδώ. Και δεν εκχωρώ κι εγώ, όπως κι εσείς φαντάζομαι, τα δικαιώματά μου. Έρχομαι εδώ γιατί ξέρω τι πρέπει να γίνει, και το προτείνω από παλιά, πάντα είχα προτάσεις. Έρχομαι εδώ γιατί έχω συνείδηση συλλογικής προσφοράς, μάχιμης στάσης, ενωτικής διάθεσης. Πάντα είχα.
Ποιος θα μου πει γι’ αυτό ότι δεν έχω δικαίωμα, ή ότι υπηρετώ αλλότριες επιδιώξεις, δεν έχω όνομα, δεν μπορώ να νικήσω τον Καραμανλή. Ή γιατί δεν κομματίστηκα, δεν έφτιαξα υποτακτικούς, δεν έθεσα διαδικασίες, δεν διαστρέβλωσα λειτουργίες, δεν κατεύθυνα ψηφοφορίες ποτέ. Είμαι περήφανος και για την καταγωγή μου και για το όνομά μου και τη διαδρομή μου.
Και σας ζητώ απλώς να επικυρώσετε την υποψηφιότητά μου. Να πείτε, ανεξάρτητα ποιον τελικά θα ψηφίσετε, ή για ποιον θα υπογράψετε, ότι δικαιούμαι και εγώ σήμερα, μετά από τέτοια διαδρομή, να είμαι υποψήφιος Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ.
Σας ευχαριστώ.
This Post Has 0 Comments