skip to Main Content

Αρθρο στην εφημερίδα «Καθημερινή».

«Εθνική Κυριαρχία και Αναπτυξιακός Κλυδωνισμός»

Εδώ και πολύ καιρό είμαστε θεατές ενός χιλιοπαιγμένου έργου, περιπετειώδους μεν πλην εξόχως ανιαρού, ανάμεσα στους «δημοσιονομιστές» και τους «νέο κεϋνσιανούς». Έργου που θυμίζει έντονα το παιδικό παιχνίδι «κλέφτες» και «αστυνόμοι». Όπου οι «αστυνόμοι» επιχειρούν να επιβάλλουν την τάξη με μέτρα καταστολής και οι «κλέφτες» ως άλλοι «Ρομπέν των δασών» θέλουν να μοιράζουν τα δανεικά στο λαό που πένεται. Ισχυρίζομαι ότι τα διλήμματα σταθεροποίηση ή

ανάπτυξη, δημοσιονομικό σοκ ή ήπια προσαρμογή έχουν πια από τα πράγματα ξεπεραστεί και τα επιχειρήματα που υποστηρίζουν τη μια ή την άλλη άποψη κατάντησαν βαρετά, επαναλαμβανόμενα και προ παντός αδιέξοδα. Για να χρησιμοποιήσω ιστορικές αποστροφές  του Ανδρέα Παπανδρέου είναι επιχειρήματα ανάμεσα σε «ευρωπαίους επαρχιώτες» και «αιθεροβάμονες».

 

Ευτυχώς, ο Πρωθυπουργός πριν λίγες μέρες έθεσε το ζήτημα της εξόδου από την κρίση στη σωστή του διάσταση χαρακτηρίζοντας το ως κρίσιμο ζήτημα εθνικής κυριαρχίας. Της δυνατότητας δηλαδή που έχει η χώρα να αυτοπροσδιοριστεί  εξαρχής στο πλαίσιο της ευρύτερης ευρωπαϊκής και παγκόσμιας πραγματικότητας ή να παραμείνει ένας φτωχός επαίτης και ουραγός των εξελίξεων. Φαντάζομαι ότι σε κανέναν μας δεν αρέσει να μας υπαγορεύουν έξωθεν την πολιτική που θα ακολουθήσουμε γιατί δεν μας θεωρούν αξιόπιστους και ακόμη χειρότερα να  ελέγχουν ως επιδιαιτητές τα στοιχεία της οικονομίας μας σε καθημερινή βάση. Ωστόσο  το ερώτημα  παραμένει: Πως ξεφεύγεις απ’ αυτό το δόκανο που θέτει σε αμφισβήτηση της ίδια την εθνική κυριαρχία;

Η γνώμη μου είναι ότι δεν εγκαλούμαστε απλώς για τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό του 12,7% ελλείμματος και των 300δις ευρώ χρέους. Και άλλες χώρες βιώνουν την ίδια ή και χειρότερη ακόμη πραγματικότητα. Με ένα παραγωγικό σύστημα που αποδιαρθρώνεται. Με ένα πλούτο που διασπαθίζεται στην παραοικονομία. Με ένα κράτος που αντιστέκεται σε κάθε εκσυγχρονισμό και συναλλάσσεται σε κάθε ευκαιρία. Με υπηρεσίες που διαρκώς υποβαθμίζονται.   Με αγορά που αντι να παράγει κοινωνικό πλούτο και ελεγχόμενο κέρδος, πλουτίζει τους διαμεσολαβητές και τους κερδοσκόπους. Με ένα υπερκαταναλωτικό πρότυπο που «κατασκευάζει» κοινωνικές ανάγκες, αναντίστοιχες της παραγωγικής δυνατότητας. Τι εχέγγυα υπάρχουν να ανταποκριθούμε στις στοιχειώδεις προϋποθέσεις μιας αναπτυξιακής ανάκαμψης; Σ’ αυτό το αναπτυξιακό περιβάλλον και τα σκληρά μέτρα πέφτουν στον «πίθο των Δαναΐδων» και οι επιδοματικές πολιτικές γίνονται γραμμάτια χωρίς αντίκρισμα όπως οι ακάλυπτες επιταγές που σαρώνουν την αγορά.

Για να απαντήσει, κατά συνέπεια, η χώρα στον δημοσιονομικό εκτροχιασμό χρειάζεται εδώ και τώρα αναπτυξιακό κλυδωνισμό τεράστιας έντασης. Και δεν αναφέρομαι μόνο στην απολύτως αναγκαία αναστροφή του αναπτυξιακού μοντέλου , αλλά κυρίως στις προϋποθέσεις και το χρονοδιάγραμμα που την υλοποιούν. Αναφέρομαι σε μια νέα στρατηγική για το κράτος, τις επιχειρήσεις, τους εργαζομένους. Στρατηγική που επαναδιατάσσει τη σχέση κράτους και αγοράς στη βάση του πραγματικού δημόσιου συμφέροντος, ανασυγκροτεί την παραγωγική βάση και αξιοποιεί τους διαθέσιμους πόρους προς αυτή την κατεύθυνση. Αν τώρα δεν την επιβάλλουμε εμείς με δική μας πρωτοβουλία θα την επιβάλλει ο διεθνής ανταγωνισμός και η ανεξέλεγκτη αγορά. Με δραματική συρρίκνωση του βιοτικού επιπέδου του λαού.

Και εξηγούμαι. Θα συνεχίσουμε να δανειζόμαστε για να χρηματοδοτούμε εισαγόμενα αυτοκίνητα και κλιματιστικά ή θα επενδύσουμε στη μεταποίηση και τις πράσινες υποδομές; Θα συνεχίσουμε μέσω της δημόσιας υγείας και παιδείας να χρηματοδοτούμε την παρά – υγεία και την παρά – παιδεία  ή θα επενδύσουμε στο σύγχρονο κοινωνικό κράτος; Θα συνεχίσουμε να καλλιεργούμε τα πιστωτικά και πλαστικά όνειρα των πολιτών και την υπερκατανάλωση ή θα επενδύσουμε στις υποδομές της παραγωγής νέου πλούτου; Θα συνεχίσουμε να κινητροδοτούμε τις ιδιωτικές επενδύσεις με τρόπο οριζόντιο και ανεξέλεγκτο ή θα επιλέξουμε τομείς και χώρους για άμεσες κάθετες επενδύσεις ξεπερνώντας την γάγγραινα της γραφειοκρατίας; Και τελικά: Θα τα «σπάσουμε τα αυγά» ή θα συνεχίσουμε την πεπατημένη;

Είναι φανερό ότι ένας τέτοιος αναπτυξιακός κλυδωνισμός συνδέει άρρηκτα το Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης με τη δέσμη των μεγάλων αλλαγών στη φορολογία, στην κοινωνική ασφάλιση, στην περιφερειακή συγκρότηση της χώρας και στο μοντέλο διακυβέρνησης. Και ότι η περιβάλλουσα αυτών των επιλογών είναι η μεγάλη δημοκρατική ανατροπή στο κράτος και τη σχέση του με την αγορά. Και οφείλει να απεικονιστεί στο νέο αναπτυξιακό νόμο και τη ριζική αλλαγή της δομής του Προϋπολογισμού του 2011. Αυτό το κράτος και το 1827, και το 1932, και το 1893, και το 1932 βρέθηκε στο ίδιο δίλημμα ανίκανο να πληρώσει το χρέος. Από το 1932 ο Ελ. Βενιζέλος έδειξε το δρόμο: «Ένας τρόπος υπάρχει, να καταστήσουμε τους Έλληνες από μεταπράτες παραγωγούς.» Αυτό είναι και το σύγχρονο όραμα, ο σύγχρονος δρόμος. Να το επιβάλουμε. Απ’ αυτόν θα κριθούμε.

Είναι  κρίσιμη επιταγή που βρίσκεται στην καρδιά της εθνικής κυριαρχίας να ανταποκριθούμε  και να πετύχουμε σ’ αυτό το στρατηγικό σχεδιασμό. Που πριν μετρήσει το κόστος και τα νούμερα ελέγχει τη ροή χρηματοδότησης για να επανακινήσει τη χώρα. Και αυτή είναι μια απάντηση τόσο στις εμμονές της Δεξιάς και την υποτέλεια που μοιρολατρικά αποδέχεται όσο και στο αδιέξοδο της παραδοσιακής αριστεράς και τις ανιστόρητες και μεταφυσικές της επιδιώξεις.

This Post Has 0 Comments

Αφήστε μια απάντηση

Back To Top
×Close search
Search