Ομιλία στη Βουλή στη συζήτηση του πολυνομοσχεδίου με τα μέτρα για το κλείσιμο της αξιολόγησης.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, όπως θα έχετε αντιληφθεί δεν παίρνω συχνά τον λόγο σε αυτήν τη Βουλή. Θέλω να πιστέψετε ότι το κάνω με πλήρη συναίσθηση του χρέους και της ευθύνης μου ως εθνικού αντιπροσώπου. Ούτε με θέλγει και πολύ περισσότερο δεν με εμπνέει ο τρόπος που υπηρετούμε την πολιτική στην κρισιμότερη ίσως στιγμή της μεταπολιτευτικής διαδρομής που βρίσκεται σήμερα η χώρα.
Δεν αντιλαμβάνομαι τον φανατισμό, τη σκιαμαχία για τα παρελθόντα, τη διελκυστίνδα για τα παρόντα, την άγνοια για τα μελλούμενα. Δεν αντιλαμβάνομαι τον ενθουσιασμό μιας ευκαιριακής Πλειοψηφίας που διαβάζει την πραγματικότητα μέσα από σπασμένο και παραμορφωμένο καθρέφτη, που βαπτίζει το κρέας, ψάρι και πορεύεται αμέριμνη.
Ξέρετε ότι σε συμφωνίες πολύ λιγότερο οδυνηρές αυτή η παράταξη που εκπροσωπώ, που σήμερα λοιδορείται, ψήφιζε με πλήρη συναίσθηση της αδυναμίας της να χαράξει άλλο δρόμο από αυτόν των μνημονίων. Δεν ξεχνώ τη δικαιολογημένη έκρηξη του Προέδρου της παράταξής μου όταν δήλωνα σε αυτήν την Αίθουσα ότι, «Για μια ακόμη φορά νιώθω να παίρνετε τη ψήφο μου δι υφαρπαγής».
Αυτό το κλίμα σήμερα δεν το βλέπω. Είναι άγνοια; Είναι μοιρολατρία; Είναι παραίτηση από κάθε χαράκωμα αντίστασης; Ό,τι και να είναι, δεν προμηνύει καλά για τον τόπο.
Θα με ρωτήσετε -και πολύ δικαιολογημένα- γιατί παίρνω σήμερα τον λόγο. Σήμερα παίρνω τον λόγο γιατί η νέα συμφωνία ξεπερνάει τα εσκαμμένα. Δεν είναι μια απλή συνέχεια των μνημονίων, δεν είναι ένα ακόμη βήμα εκχώρησης τμήματος της εθνικής κυριαρχίας. Είναι συνθήκη παραίτησης της χώρας από το αναφαίρετο δικαίωμα της να αυτό προσδιορίζεται. Κάτω από άλλες συνθήκες ολοκληρώνεται ένα πραγματικό καθεστώς εξάρτησης για πρώτη φορά μετά την μεταπολίτευση όχι πια σε πολιτικοστρατιωτικό επίπεδο, αλλά σε οικονομικό.
Γιατί, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τι άλλο από συνθήκη παραίτησης της χώρας συνιστά η εκχώρηση ολόκληρης της δημόσιας περιουσίας σε ένα Ταμείο που λειτουργεί μόνο με τη σύμφωνη γνώμη των δανειστών, διαχειρίζεται, αποφασίζει, παρακάμπτει και κρίνει; Γιατί τι άλλο από συνθήκη παραίτησης της χώρας συνιστά η αποδοχή ότι θα ζει από εδώ και πέρα και για πολλά χρόνια υπό το καθεστώς μόνιμου μνημονίου, όταν την δημοσιονομική και την εισοδηματική πολιτική θα υπερπροσδιορίζει ο «κόφτης»; Γιατί τι άλλο από συνθήκη παραίτησης της χώρας συνιστά η αφαίρεση από την Κυβέρνηση της αρμοδιότητας για την είσπραξη δημοσίων εσόδων και η απόδοσή της σε ανεξάρτητη και ελεγχόμενη Αρχή, παραδίδοντας έτσι τον σκληρό πυρήνα της κρατικής διαχείρισης;
Με τη συνθήκη παραίτησης περνάμε από το στάδιο της επιτήρησης και της κατά τομέα επιτροπείας, στο στάδιο της αίρεσης των δανειστών. Οι δανειστές δεν θα παρακολουθούν τις ιδιωτικοποιήσεις. Θα τις ελέγχουν. Δεν θα συζητούν τα όρια της μείωσης των μισθών και των συντάξεων. Θα τα αποφασίζουν. Δεν θα επιβάλουν όρους και πλαίσια στη διαχείριση της δημόσιας περιουσίας, αλλά θα τη σχεδιάζουν και θα την εκτελούν.
Η μαγική φράση είναι μια φράση παμπάλαια: «Με τη σύμφωνη γνώμη». Εμείς μεν θα κυβερνούμε με τη σύμφωνη γνώμη τους, αυτοί δε θα κυβερνούν με τη σύμφωνη γνώμη μας. Αυτό ακριβώς είναι το πολιτικό περιεχόμενο αυτής της συμφωνίας.
Θέλω να απευθύνω στους συναδέλφους της Πλειοψηφίας ένα ερώτημα: Επαίρεστε για τις επικές διαπραγματεύσεις που οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν έκαναν και απλώς αποδεχόντουσαν τις εντολές. Μια διαπραγμάτευση σκληρή, πολύμηνη, ηρωική κρίνεται πάντοτε εκ του αποτελέσματος, τι απέτρεψε, τι κέρδισε.
Δεν σας προβληματίζει και πολύ περισσότερο δεν σας ενοχλεί, ότι καταλήξατε να φέρετε προς ψήφιση στη Βουλή ολόκληρη τη διαχρονική ατζέντα των δανειστών και μάλιστα στην πιο σκληρή μορφή της; Τα μη συνταγογραφούμενα, το γάλα, την κατάργηση του ΕΚΑΣ, το ΦΠΑ στα νησιά, τη διπλή αύξηση του ΦΠΑ, τη νέα μείωση των συντάξεων, τη φοροεπιδρομή; Ένα προς ένα τα μέτρα που καταγγέλλατε στην πιο ελαφριά εκδοχή τους, τώρα κάποιος σας καταράστηκε να τα εφαρμόσετε όλα και επιπλέον να εγκαταλείψετε και κάθε χαράκωμα που με νύχια και δόντια κρατούσαμε.
Το χειρότερο απ’ όλα είναι η προσπάθεια αυτή η πολιτική να ενδυθεί το ιδεολογικό περιτύλιγμα μιας αριστερής διακυβέρνησης. Ασφαλώς θα καταλάβατε την απόσταση που χωρίζει μια αριστερή συνθηματολογία που δεν πατά στα πόδια της πραγματικότητας, από μια πραγματικά κυβερνώσα Αριστερά.
Έχετε υποστεί κατά κάποιο τρόπο έναν διχασμό προσωπικότητας, εμφανή στον τρόπο που υποστηρίζετε τις κυβερνητικές επιλογές. Ανεξάρτητα από τα μαθήματα πολιτικής οικονομίας που ακούγαμε από εχθές περί μαρξισμού, περί των πρώτων μαθημάτων Πούλιτζερ και όλα αυτά που αναλύατε εδώ ανάμεσα στο ΚΚΕ, την Κυβέρνηση και τον κ. Τσακαλώτο, ο οποίος με αξιέπαινη προσπάθεια προσπαθούσε να επιχειρηματολογήσει μαρξιστικά, η αμείλικτη πραγματικότητα λέει ότι η συνθήκη παραίτησης συμπαρασύρει εκτός από την εθνική κυριαρχία, τους θεσμούς αντιπροσώπευσης.
Η Βουλή απεκδύεται κάθε δικαιώματος ελέγχου στην οικονομική πολιτική. Οι κρατικοί προϋπολογισμοί όχι μόνο υπόκεινται σε έλεγχο, αλλά σε βασικές γραμμές σχεδιάζονται εκτός των συνταγματικών επιταγών. Οι αποφάσεις αντί να μεταφέρονται στα παρακάτω επίπεδα, συγκεντρώνονται σε μη ελεγχόμενα δημοκρατικά κέντρα.
Υπάρχει, λοιπόν, και μείζον πρόβλημα δημοκρατίας.
Υπάρχει άλλος δρόμος; Κάθε φορά νιώθω ότι γίνεται και πιο στενή η στενωπός. Κάθε φορά που εμείς εδώ συγκρουόμαστε αλόγιστα, νιώθω ότι περιορίζονται οι δυνατότητες να δείξουμε κάτι καινούριο, να δώσουμε μια ελπίδα, που να έχει μια χειροπιαστή δυνατότητα, στον λαό και να νιώσει εμπιστοσύνη ότι κάτι θα αλλάξει στη ζωή του.
Θέλω να θυμίσω αυτό που πάλι έχω πει στη Βουλή, τη ρήση του Αννίβα όταν δεν μπορούσαν να βρουν τον δρόμο για τη Ρώμη « Όταν δεν μπορούμε να βρούμε τον δρόμο, θα τον δημιουργήσουμε.»
Θέλω, λοιπόν, τελειώνοντας να κάνω μια προσωπική έκκληση στον Πρωθυπουργό του οποίου τα βήματα παρακολουθώ από τότε που ξεκίνησε τη δημόσια διαδρομή του με πολύ ενδιαφέρον ομολογώ.
Αγαπητέ Πρωθυπουργέ, τώρα που κλείνεις όπως-όπως και με τεράστιο κόστος για τη χώρα μια δραματική και εθνικά επιζήμια αξιολόγηση, έχεις ένα προσωπικό χρέος. Πίστεψε επιτέλους στη μόνη αλήθεια που μπορεί να ανοίξει έναν δρόμο ελπίδας. Ένας λαός ενωμένος μπορεί να απαιτεί και να κερδίζει. Ένας λαός, όμως, διχασμένος μπορεί μόνο να επαιτεί και να χάνει. Ξεπέρασε την εμβέλεια ενός αμήχανου κόμματος που εξάλλου καμιά σχέση δεν έχει μ’ αυτό που ξέραμε. Ξεπέρασε ακόμα και τη χρονική διάρκεια μιας γενιάς. Έστω και τώρα μάζεψε τα κομμάτια και τα θρύψαλα της χώρας. Ένωσε τον πολιτικό κόσμο που πιστεύει στην Ευρώπη και αγωνίζεται για την Ελλάδα γύρω από τον εθνικό στόχο, να βρει η χώρα πυξίδα και δρόμο που θα την οδηγήσει στο ξέφωτο. Αλλιώς, πολύ φοβάμαι ότι η μεν ιστορία θα αποβεί αμείλικτη μαζί σου -και αυτό ίσως λίγο ενδιαφέρει- η δε χώρα θα οδηγηθεί σε μια ακόμα τραγωδία που θα την πληρώσουν πανάκριβα για πολλά – πολλά χρόνια οι επόμενες γενιές.
This Post Has 0 Comments