Ομιλία στη συζήτηση στη Βουλή επί της προτάσεως του Πρωθυπουργού για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην Κυβέρνηση.
Θέλω αυτές τις δραματικές ώρες να συμμεριστώ την αγωνία, την έκπληξη και την οργή των Ελλήνων πολιτών. Σ’ αυτά που προχθές προστέθηκε η ύβρις και εχθές η χλεύη.
Πόσο πόνο και πόση οργή μπορεί να προκαλεί μια πολιτική τάξη που μπροστά στον κίνδυνο να βυθιστεί η χώρα στην περιδίνηση της δημοσιονομικής χρεοκοπίας, αυτή είναι αδύνατο να συμφωνήσει για το τι είπε, για το τι ήθελε να πει και για τι πραγματικά εννοούσε;
Πόσο πόνο και πόση οργή μπορεί να προκαλεί μια πολιτική τάξη που σκανδαλωδώς αδυνατεί να «κεφαλαιοποιήσει» τις τρομερές, τις επώδυνες θυσίες του Λαού μας για τη σωτηρία της Πατρίδας;
Πόσο πόνο και πόση οργή μπορεί να προκαλεί μια πολιτική τάξη που στη μεγαλύτερη κρίση των καιρών μας, βλέπει την κρίση ως χρηματιστήριο ιδεολογιών, κομματικών ή προσωπικών στρατηγικών;
Δυστυχώς, πρέπει να ομολογήσω ότι σε αυτή την πολιτική τάξη, σε αυτό το πολιτικό σύστημα αξίζουν κάθε μομφή, κάθε σταγόνα απ’ το πικρό ποτήρι της επικείμενης και διαφαινόμενης κατάρρευσης. Και να είστε βέβαιοι ότι αυτό το πικρό ποτήρι θα το πιούμε όλοι, ακόμη και αυτοί που προσδοκούν εφήμερα ψηφοθηρικά κέρδη στις επόμενες εκλογές.
Και όμως…
Όλα θα έπρεπε να ήταν διαφορετικά.
Η Ελλάδα μετά από τεράστια προσπάθεια κατάφερε να κερδίσει μία εξαιρετική για τα συμφέροντά της απόφαση:
το νέο πρόγραμμα και τη δανειακή σύμβαση που το συνοδεύει.
Δυστυχώς!
Αυτή η εξαιρετική απόφαση έρχεται στο χειρότερο δυνατό πολιτικό χρόνο.
Γιατί;
Γιατί η πολιτική εξέλιξη σ’ ένα πολιτικό και κοινοβουλευτικό σύστημα, καθηλωμένο στο χθες, που αδυνατεί να υπερβεί τον εαυτό του οδήγησε ώστε να καταστούν σχεδόν αδύνατοι οι εσωτερικοί όροι υλοποίησης της συμφωνίας. Γίνονται αρνητικοί και απαγορευτικοί.
Σε μια εποχή που διακυβεύονται τεράστια ζητήματα εθνικής κυριαρχίας και δημοκρατίας, η Δημοκρατία μας, όπως απέδειξαν οι τελευταίες ημέρες, δεν είναι σε θέση να σηκώσει το βάρος αυτή της μεγάλης ευθύνης.
Και χθες;
Πώς δια μαγείας η δανειακή σύμβαση ψηφίζεται από τον αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας;
Πώς η επαναδιαπραγμάτευση και το νέο μίγμα πολιτικής εγκαταλείπονται ανερυθρίαστα και προσερχόμαστε στη λυτρωτική λύση;
Τι θα επαναδιαπραγματευτεί η Νέα Δημοκρατία αν γίνει κυβέρνηση, και με ποιους και πώς;
Στα ερωτήματα αυτά η απάντηση είναι είτε σιωπή ή φωνές ατάκτως ερριμένες και τυχάρπαστες.
Μετατρέψαμε, όχι και χωρίς δική μας ευθύνη, την οποία οφείλουμε να αναλαμβάνουμε πάντοτε στο ακέραιο
~ ένα λαό θυμωμένο και σε απόγνωση
~ ένα λαό που στέκεται στη γωνία και βλέπει το επίπεδο της ευημερίας του να μειώνεται δραματικά
~ ένα λαό που προσπαθεί δύσκολα να τα φέρει βόλτα τον μετατρέψαμε σε θεατή μιας αρένας ασύμμετρων πολιτικών μαχών, που τον κάνει να μην παράγει, που κάνουν το κράτος του να μη λειτουργεί, που κάνουν τις κοινωνικές δυνάμεις και τις αντιστοιχίσεις της να μην εξυπηρετούν τα πραγματικά τους συμφέροντα. Κι όμως αυτός ο λαό που θα έπρεπε σήμερα να πέσει με τα μούτρα στη δουλειά για να σηκωθεί ξανά η χώρα.
Η εθνική συνεννόηση, που είναι ανάγκη να επιτευχθεί αυτή πάση θυσία, έγινε μπαλάκι του πινγκ πονγκ. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης έγιναν οι μοχλοί που πολλαπλασιάζουν την κοινωνική αντίδραση βυθίζοντας και τη χώρα και το λαό.
Τώρα ο υπερήφανος κ. Σαμαράς, που ως άλλος δόν Κιχώτης έχει εκστρατεύσει εναντίον του ευρωπαϊκού ιερατείου, υποχρεώνεται απ’ αυτό να αλλάξει γραμμή. Φτηνοί και πρόσκαιροι μικροκομματισμοί. Όμως κι εμείς πρέπει να αναζητήσουμε την ευθύνη μας ως προς το γιατί η βασική μας στρατηγική της εθνικής συνεννόησης που από την πρώτη στιγμή που αναλάβαμε έπρεπε να αποτελεί μοναδικό γνώμονα της πολιτικής μας για να βγει η χώρα από την πολύπλευρη κρίση δεν πραγματώθηκε. Με αποτέλεσμα να φτάσουμε στην σημερινή πόλωση.
Θέλω να αναλογιστώ και για το μέλλον της παράταξης μου, που με υπερηφάνεια και συνέπεια υπηρέτησα από την ημέρα της ίδρυσής της.
Θα μου πει κάποιος: Μα τέλος πάντων ποιόν Έλληνα πολίτη απασχολεί σήμερα το μέλλον του ΠΑΣΟΚ;
Κι εγώ απαντώ: Με κάθε δυνατή ειλικρίνεια εύχομαι να μη χρειαστεί ποτέ κανείς άνθρωπος του μόχθου και της εργασίας να αναστοχαστεί με πίκρα και απογοήτευση για την απουσία μιας μεγάλης και ισχυρής, σύγχρονης δημοκρατικής σοσιαλιστικής παράταξης.
Γιατί ο τόπος ξαναέζησε σκοτεινούς καιρούς καταπίεσης και διχασμού, εξαιτίας της απουσίας της. Δεν ταυτίζω το μέλλον της Χώρας με το μέλλον της παράταξης ούτε με κανένα κόμμα όπως και να λέγεται. Πιστεύω, όμως, ότι και σήμερα ο τόπος χρειάζεται ένα βιώσιμο και ισχυρό ΠΑΣΟΚ.
Μπορούμε να παραμείνουμε χρήσιμοι στο Λαό και στη Δημοκρατία;
Διότι και αυτό θα αποφασίσουμε σήμερα.
Έχουμε άλλα αποθέματα προσδοκίας, προσφοράς και ελπίδας ή χρεοκοπήσαμε πρώτοι κι εύχομαι τελευταίοι εμείς;
Έχουμε λόγο έγκυρο και τεκμηριωμένο για να είμαστε χρήσιμοι και υπεύθυνοι ή παραπαίουμε φοβούμενοι απλώς μια επόμενη μέρα χωρίς τα φθαρμένα μας πρόσωπα στο κάδρο της κυβερνητικής εξουσίας;
Πιστεύω βαθιά ότι έχουμε και παρόν και μέλλον. Δεν μπορεί, αυτή η μεγάλη και πλειοψηφική παράταξη να κονιορτοποιηθεί ανάμεσα στις συμπληγάδες του «δεξιού» και του «αριστερού» λαϊκισμού.
Δεν μπορεί να κονιορτοποιηθεί από ένα «αριστερό λαϊκισμό» που βάζει εικόνες, ουτοπίες και οράματα, σαν να μπορεί αύριο το πρωί να χτίσει μια άλλη κοινωνία ανατρέποντας το παγκόσμιο σύστημα. Αν έχει ανεδαφικές και μεταφυσικές επιδιώξεις που αποπροσανατολίζουν αντί να εμπνέουν το λαό.
Δεν μπορεί, επίσης, αυτή η παράταξη να κονιορτοποιηθεί από ένα «δεξιό λαϊκισμό» που αναμασά απλώς τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, που συνθέτει συμφέροντα, επιδιώξεις και προοπτικές, στη βάση μιας διαταξικής αναγκαιότητας. Είναι αυτός που προσπαθεί να εκφράσει μια νέα πολιτική τάξη στη χώρα μακριά από τις κοινωνικές αναφορές και αντιπροσωπεύσεις, μακριά από τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού που είναι ο εργαζόμενος, ο μισθωτός, ο άνεργος, ο μικροκαταθέτης, ο μικρός και μεσαίος επιχειρηματίας, ο αγρότης, οι φτωχοί και ταπεινωμένοι της σημερινής μέρας.
Ασφυκτιούμε ως παράταξη. Θέλουμε να διευρύνουμε το χώρο, να τον καταστήσουμε πλειοψηφικό ρεύμα, να διατυπώσουμε τη δική μας αυτόνομη πρόταση. Να αποδείξουμε για ακόμη μια φορά η μεγάλη δημοκρατική παράταξη, παραμένει ο εθνικός μας κορμός. Είναι αυτή που μπορεί να δίνει λύσεις στα προβλήματα. Είναι αυτή που επωμίστηκε το άχθος και το βάρος της ευθύνης στην κρισιμότερη ώρα της νεότερης ελληνικής ιστορίας.
Ο μόνος που μπορεί να δρομολογήσει τις εξελίξεις είναι ο Πρωθυπουργός σύμφωνα με τα συνταγματικά θέσμια. Θέλω να απευθυνθώ στο Γιώργο Παπανδρέου και να τον καλέσω αυτή την ύστατη ώρα.
Να δώσει τέλος στην αβεβαιότητα και την ανασφάλεια που βιώνει όλες αυτές τις μέρες, τις εβδομάδες, τους μήνες η χώρα.
Να δώσει τέλος στην τραγωδία που πλήττει τους θεσμούς και τη δημοκρατία και που απειλεί με νέο κύμα βίας, ανομίας την καθημερινή ζωή του λαού.
Να δώσει τέλος στην απόγνωση που αισθάνονται όλοι οι σκεπτόμενοι έλληνες, η σιωπηλή πλειοψηφία του λαού, που βλέπουν την κατάρρευση να έρχεται.
Ακριβώς τη στιγμή που έχουμε βιώσιμη λύση στο πολύχρονο πρόβλημα, τη στιγμή που η χώρα μπορεί επιτέλους να ορθοποδήσει. Τη στιγμή που χρειάζεται να σταθούμε ισότιμοι και δημιουργικοί σε μια Ευρώπη που
δυστυχώς σ’ αυτή τη φάση με γρήγορα βήματα περνά στον αστερισμό της κρίσης και πιθανόν της παρακμής.
Έρχεται, ήδη, στο προσκήνιο της ιστορίας το παλιό εναλλακτικό δίλημμα που από το 1992 συζητάμε. Δηλαδή αν θα πάμε σε μια «γερμανική Ευρώπη» ή σε μια «Ευρωπαϊκή Γερμανία». Και όταν ξέρουμε ότι δεν υπάρχουν λύσεις οριστικές σε εθνικά προβλήματα έξω από τον ευρωπαϊκό χώρο, ότι δεν μπορούμε μόνοι μας να βγούμε από τον ασφυκτικό κλοιό της κρίσης, η συγκυρία γίνεται ακόμη πιο δυναστική πιο δραματική. Χρειάζεται χωρίς καμία χρονοτριβή να δώσουμε προοδευτική απάντηση.
Για να μπορεί να φέρει σε πέρας ο Πρωθυπουργός και η παράταξη μας αυτή τη δύσκολη συγκυρία είναι αναγκαία να έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Εμείς με την ψήφο εμπιστοσύνης επικυρώνουμε την τεράστια προσπάθεια που κατέβαλε και οδήγησε το σκάφος να μην βουλιάξει στην χρεοκοπία.
Και θέλω, επειδή όλοι μας πιεζόμαστε αφόρητα συναισθηματικά με όσα ακούγονται, λέγονται, προτείνονται από την αγωνία των βουλευτών μας, των στελεχών μας, και όλων όσων σήμερα δίνουμε με θάρρος, τη μάχη για την επιβίωση της χώρας, να απευθυνθώ στους εκατόν εξήντα βουλευτές που εκλέχτηκαν από το ΠΑΣΟΚ στις Εκλογές του 2009, και σε αυτούς που περιπλανήθηκαν, που βιώνουν την κρίση, ότι η εμπιστοσύνη δεν μπαίνει σε ζυγαριές, δεν έχει προαπαιτούμενα, όρους και προϋποθέσεις που δεσμεύουν συνταγματικές διαδικασίες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχουμε να καταθέσουμε προτάσεις για να μπορεί ο Πρωθυπουργός, να αναλάβει πρωτοβουλίες και να δώσει απαντήσεις και λύσεις στο σημερινό αδιέξοδο.
Εμείς σήμερα με τη ψήφο μας, χωρίς προαπαιτούμενα και προϋποθέσεις, να επικυρώσουμε την προσπάθεια των δύο χρόνων και την προοπτική που αυτή η παράταξη, σε ένα δρόμο μοναξιάς, μπορεί να αναλάβει και για το μέλλον.
Εκείνος παίρνοντας αυτή την εμπιστοσύνη να δρομολογήσει από αύριο κιόλας τις πολιτικές εξελίξεις σε νέα φάση.
Με βήματα που οδηγούν στην έξοδο από την εφιαλτική ατμόσφαιρα, με τρόπο καθαρό, σταθερό, λυτρωτικό.
Πρώτο,
Με νωπή την εμπιστοσύνη μας να κλείσει τον ιστορικό κύκλο μιας κυβέρνησης που ανέλαβε να γίνει αχθοφόρος του ασήκωτου όγκου προβλημάτων, που της παρέδωσε η προηγούμενη.
Έφερε αυτή η κυβέρνηση σε θετικό πέρας την αποστολή της.
Δεύτερο,
Να διασφαλίσει ότι η θετική συμφωνία που προσυπέγραψε ο ίδιος για τη χώρα στις 26 Οκτωβρίου θα ολοκληρωθεί γρήγορα, δυναμικά και αδιατάρακτα.
Να ζητήσει από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον σχηματισμό μιας νέας πολιτικής μεταβατικής κυβέρνησης με τη συμφωνία των άλλων πολιτικών δυνάμεων που θα έχει έναν και μόνο στόχο.
Να προχωρήσει όχι μόνο στην ψήφιση με ευρύτατη πλειοψηφία αλλά και στην εφαρμογή της συμφωνίας των 10 βημάτων όπως τα παρουσίασε ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης.
Τρίτο,
Να προσδιορίσει από τώρα τον χρόνο των εκλογών σε συνάρτηση με την ολοκλήρωση αυτής της προσπάθειας.
Τέταρτο,
Να ανοίξει το δρόμο της αναγέννησης της δημοκρατικής και σοσιαλιστικής μας παράταξης και την ανασυγκρότηση του μεγάλου πλειοψηφικού ρεύματος ώστε να είναι αξιόμαχη όχι μόνο στις ερχόμενες εκλογές αλλά και στις δύσκολες συγκυρίες που ακολουθούν. Με εμπιστοσύνη στην δημοκρατία, τη συλλογική της συνείδηση και κυρίως τη συλλογική της απόφαση.
Όταν πριν από 37 χρόνια ιδρύσαμε το ΠΑΣΟΚ πιστεύαμε ότι στην πολιτική δεν πρέπει να κυριαρχεί ο νόμος της φυσικής επιλογής, σύμφωνα με τον οποίο επιβιώνει πάντα ο πιο σκληροτράχηλος, ο πιο κυνικός, ο πιο προσαρμοστικός.
Ιδρύσαμε το ΠΑΣΟΚ για να δώσουμε χώρο και φωνή στους αδύνατους, στους ασυμβίβαστους, στους οραματιστές και στους ρομαντικούς.
Αυτή τη δύσκολη ώρα σας καλώ να κρατήσουμε ζωντανό το ιδρυτικό μας όραμα:
Να σταθούμε όρθιοι για να είμαστε χρήσιμοι στο Λαό.
Να μείνουμε ενωμένοι χωρίς να γίνουμε ίδιοι.
Το δρόμο που εμείς τόσο δύσκολα ανοίξαμε
Είμαι σίγουρος ότι εμείς και θα τον ολοκληρώσουμε
This Post Has 0 Comments