ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΟΜΑΔΑΣ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ.
Έχω μια θεμελιώδη διαφορά με την εκτίμηση που συμπεριέλαβε ο Πρόεδρος στην εισήγησή του για τη συγκυρία και τις εξελίξεις.
Οι εκλογές και μάλιστα διπλές έγιναν για να σταθεί όρθια η χώρα και να αλλάξει, να αναθεωρηθεί το πρόγραμμα εξόδου από την οικονομική κρίση. Όλα ανεξαίρετα τα κόμματα που κατήλθαν στις εκλογές, ακόμη και αυτά που στήριξαν τις πολιτικές επιλογές της τελευταίας περιόδου, αναγνώριζαν ότι το μείγμα πολιτικής που επέβαλαν τα μνημόνια εγκαθιστούσε μακροχρόνια και διαρκώς αυξανόμενη ύφεση η οποία δεν θα επέτρεπε να καταστεί βιώσιμο το δημόσιο χρέος. Έτσι παρά τις δραματικές θυσίες του λαού και την τεράστια δημοσιονομική προσαρμογή που πετύχαμε θα βάθαινε ολοένα και περισσότερο το αδιέξοδο. Με άλλα λόγια ζητούσαμε μια καθαρή πολιτική απάντηση για αλλαγή της οικονομικής συνταγής.
Η προγραμματική συμφωνία της τρικομματικής κυβέρνησης διατυπώθηκε για να εκφράσει ακριβώς αυτή την ανάγκη. Υιοθετήθηκε εξ ολοκλήρου από τον Πρωθυπουργό, ο οποίος συμπεριέλαβε το κείμενο στις προγραμματικές του δηλώσεις. Πάνω σ’ αυτή η κυβέρνηση θα οργάνωνε την διαπραγμάτευση με τους εταίρους μας και με αφετηρία αυτή θα έπρεπε να διαμορφωθεί το εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης της χώρας. Και μάλιστα θα προχωρούσε αμέσως στις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές που θα διασφάλιζαν τόσο τη δίκαιη κατανομή των βαρών όσο και τον αναπτυξιακό συναγερμό στον οποίο όλοι ορκιζόμαστε. Με σπουδαιότερη εξ’ αυτών ένα άλλο τρόπο χρηστής διοίκησης και διακυβέρνησης.
Στις εβδομάδες που ακολούθησαν ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ έγκαιρα και συγκεκριμένα έθεσε τους όρους της διαπραγμάτευσης και τις προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες το πακέτο των μέτρων θα μπορούσε να αποδειχθεί οριστική και βιώσιμη λύση. Η τελική τους διατύπωση στην συνεδρίαση της ΚΟ θεωρώ ότι συνιστά και απαράβατο για μας πολιτικό πλαίσιο.
Τέσσερις μήνες μετά τι βλέπουμε;
Τις εκλογές να μοιάζουν μακρινή και θολή ανάμνηση και οφθαλμαπάτη στη συνείδηση του λαού.
Την προγραμματική συμφωνία να μένει στα αζήτητα ως μηδέποτε συναφθείσα.
Τις προϋποθέσεις που θα καθιστούσαν βιώσιμο το χρέος και το πρόγραμμα οριστικής εξόδου από την κρίση να μετατρέπονται σε κενό γράμμα.
Τις διαρθρωτικές αλλαγές να περιορίζονται σε κάποια ανέξοδα ψήγματα λαϊκισμού την ίδια στιγμή που το κράτος κυβερνάται με τον παλιό, γνωστό, παραδοσιακό τρόπο ως λάφυρο εξουσίας.
Τα μέτρα αυτά καθ’ εαυτά καθώς και η όλη διαδικασία που προηγήθηκε διαλύουν και το τελευταίο ίχνος κατακτημένου δικαιώματος των πολιτών αυτής της χώρας στην αξιοπρεπή διαβίωση στην εργασία, στην κοινωνική ασφάλιση. Και είναι πραγματικά οξύμωρο και κατώτερο των περιστάσεων η αντιπαράθεση να περιορίζεται μόνο για κάποια εργασιακά δικαιώματα και να μη ξεκινά από τον κατώτερο μισθό και τις συντάξεις, την κατάργηση του αφορολόγητου στις επιχειρήσεις, το οικογενειακό εισόδημα και το πετρέλαιο θέρμανσης , την φοροεπιδρομή στους μη έχοντες και κατέχοντες, την έλλειψη οποιουδήποτε εναλλακτικού μέτρου που αφορά την δίκαιη κατανομή των φόρων και την πάταξη της φοροδιαφυγής. Τα μέτρα καθιστούν με τρόπο βίαιο την Ελλάδα χώρα φθηνής εργασίας, απαξιωμένης περιουσίας, μηδενικής αντίστασης απέναντι στο νέο οικονομικό imperium και την κυριαρχία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου. Μια χώρα γονατισμένη και φόρου υποτελής στο διηνεκές , χωρίς καμία έμπρακτη εγγύηση ότι θα αλλάξουν τα πράγματα.
Παράλληλα, μέτρα και διαδικασία προσβάλλουν βάναυσα κάθε έννοια εθνικής κυριαρχίας και δημοκρατίας. Χωρίς ουσιαστική διαπραγμάτευση ζήσαμε την παράδοση άνευ όρων στους υπαλλήλους της τρόικας και στην απροσχημάτιστη τιμωρητική διάθεση ενός τμήματος της ευρωπαϊκής ηγεσίας απέναντι στην Ελλάδα. Ζητήσαμε θετική ρήτρα αντικατάστασης κι αυτοί επιβάλλουν μόνο αρνητική. Επανέφεραν την αξίωση να ασκούν με δικές τους αποφάσεις τη δημοσιονομική πολιτική. Ζήτησαν μέχρι και την εκκένωση νησιών μας από τους κατοίκους τους για οικονομικούς λόγους. Συμπεριφορά γαιοκτημόνων απέναντι σε κολλήγους.
Σε μια ιστορική στιγμή όπου τα θέματα της ρύθμισης των χρηματαγορών, της σύνδεσης της δημοσιονομικής πολιτικής με την ανάπτυξη και την απασχόληση της αντιμετώπισης των αυξανόμενων ανισοτήτων ανεβαίνουν δυναμικά στο τραπέζι των G20 και της Ευρωπαϊκής Ένωσης η Ελλάδα παραδίδεται άνευ όρων. Κι όμως κάτι κινείται στον ευρωπαϊκό νότο που έπρεπε να γίνει ισχυρό όπλο για μας. Η Κυβέρνηση, όμως, δεν το αξιοποίησε παρά τις δικές μας προσπάθειες.
Η ψήφος μας πρέπει να συνδεθεί με αλλαγή της στάσης μας απέναντι στην Κυβέρνηση. Θεωρώ αδιανόητη την έρπουσα ψιθυρολογία «κι αν φύγει η ΔΗΜΑΡ; Καλύτερα. Θα ενισχυθούμε εμείς». Κάποιοι διατρανώνουν ότι «το ΠΑΣΟΚ δεν θα γίνει συνιστώσα ούτε της Ν.Δ, ούτε του ΣΥΡΙΖΑ». Προφανώς δεν θα γίνουμε ποτέ συνιστώσα κανενός. Οφείλουμε να αναζητήσουμε την πραγματική πολιτική μας αυτονομία. Κανένας χώρος δεν μπορεί να ανασυσταθεί χωρίς τη δική του πολιτική ταυτότητα. Η Ν.Δ έδειξε το πραγματικό της πρόσωπο. Να επανέλθουμε στην προγραμματική συμφωνία και να υπερψηφίζουμε ή καταψηφίζουμε στη βάση των θέσεων της. Να απεμπλακούμε από την καθημερινή διαχείριση της εξουσίας. Καταψηφίζοντας πιστεύω ότι πρέπει να εξαντλήσουμε την προσπάθειά μας για την τελική διαμόρφωση των μέτρων στη βάση των προϋποθέσεων που έθεσε ο Ευάγγελος Βενιζέλος. Πάντως το συγκεκριμένο πακέτο μέτρων δεν μπορεί και δεν πρέπει η Κοινοβουλευτική μας Ομάδα να τα υπερψηφίσει.
This Post Has 0 Comments